Ηφαιστειολογικό Παρατηρητήριο
Ο ηφαιστειακός κίνδυνος στην περιοχή
Τα ηφαιστειακά κέντρα της Νισύρου, του Γυαλιού και της Κω αποτελούν τμήμα του Ενεργού Ηφαιστειακού Τόξου του Νοτίου Αιγαίου, ενός από τα δύο υπάρχοντα ενεργά ηφαιστειακά τόξα της Μεσογείου. Τα δύο πρώτα ηφαίστεια (Γυαλί και Νίσυρος) είναι τα νεώτερα μεγάλα ηφαιστειακά κέντρα του Τόξου. Στο χώρο αυτό εκδηλώθηκε η μεγαλύτερη έκρηξη της Μεσογείου πριν 161.000 χρόνια που σκέπασε με τα προϊόντα της τη μισή Κω και σήμερα η τέφρα της βρίσκεται από την Κάλυμνο έως την Τήλο και τις ακτές της Τουρκίας.
Τα τελευταία 45.000 χρόνια εκδηλώθηκαν τουλάχιστον δύο μεγάλα καταστροφικά εκρηκτικά γεγονότα στη Νίσυρο και άλλα δύο στο Γυαλί που το καθένα εκτίναξε πάνω από τρία δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα λάβας. Τα προϊόντα εκροής και ατμοσφαιρικής καθίζησης έχουν αποτεθεί στην ευρύτερη περιοχή. Μεταξύ των παραπάνω εκρηκτικών συμβάντων παρεμβλήθηκε ένα σοβαρό χρονικό διάστημα στάσης της ηφαιστειακής δραστηριότητας. Αυτό δεν αποκλείει την επανάληψη παρόμοιας καταστροφικής δράσης στο μέλλον, μεγάλης επικινδυνότητας για τη Νίσυρο και τα γύρω νησιά.
Στο νησί της Νισύρου υπάρχει και ένας άλλος σοβαρός ηφαιστειακός κίνδυνος. Είναι ο κίνδυνος των υδροθερμικών εκρήξεων (εκτόνωση υπέρθερμου γεωθερμικού ρευστού). Το 1871-73 και το 1887 εκδηλώθηκαν τέτοιες εκρήξεις στον πυθμένα της καλδέρας (περιοχή Λόφου) που είχε δημιουργηθεί από τα παλιότερα εκρηκτικά γεγονότα, ενώ άλλοι 10 καλά διατηρημένοι υδροθερμικοί κρατήρες πιστοποιούν την ύπαρξη έντονης υδροθερμικής δράσης τα τελευταία 4-5.000 χρόνια. Επειδή τα γενεσιουργά αίτια – ο υπερθερμασμένος γεωθερμικός ταμιευτήρας και το στεγανό κάλυμμα – υπάρχουν, είναι πιθανή η εκδήλωση τέτοιων εκρήξεων, στο εγγύς μέλλον, στο χώρο του καλδερικού πυθμένα. Με την πρώτη βαθιά γεώτρηση που έγινε το 1981 από τη ΔΕΗ η Νίσυρος αποδείχθηκε το δυναμικότερο και με τη μεγαλύτερη θερμοκρασία – για τέτοιο γεωτεκτονικό χώρο – γεωθερμικό πεδίο στο κόσμο. Οι υδροθερμικοί κρατήρες αποτελούν επίσης πόλο έλξης χιλιάδων επισκεπτών ετησίως και μια απρόβλεπτη τέτοιου τύπου έκρηξη θα μπορούσε να έχει πολύ δυσάρεστα αποτελέσματα.
Ηφαιστειολογικό Παρατηρητήριο Νισύρου
Ο ηφαιστειακός κίνδυνος και επικινδυνότητα στην περιοχή της Νισύρου επιβάλλει την ύπαρξη ενός μόνιμου Ηφαιστειολογικού Παρατηρητήριου, με ολοκληρωμένα δίκτυα παρακολούθησης των φυσικοχημικών παραμέτρων του ηφαιστείου που επιτρέπουν έγκαιρη βραχυπρόθεσμη πρόγνωση τυχόν επαναδραστηριοποίησής του και τη λήψη μέτρων προστασίας κατοίκων και επισκεπτών.
Αυτός ήταν ένας από τους βασικούς στόχους του προγράμματος «Ανάδειξη Ηφαιστείου Νισύρου», πρόγραμμα που συντονίστηκε από το Δήμο Νισύρου και χρηματοδοτήθηκε από την Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου με χρηματοδότηση του Γ΄ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης.
Υπεύθυνος του έργου από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, που είχε αναλάβει το υποέργο αυτό, ήταν ο Καθ. ΑΠΘ Μιχάλης Φυτίκας, με κύριο επιστημονικό συνεργάτη τον Δρ. Γιώργη Βουγιουκαλάκη, ηφαιστειολόγο του ΙΓΜΕ. Η ομάδα των επιστημόνων που εγκατέστησαν τα δίκτυα παρακολούθησης και έχουν την ευθύνη της συλλογής, επεξεργασίας και ερμηνείας των καταγραφών και αποτελεσμάτων της παρακολούθησης, μαζί με τους προαναφερόμενους επιστήμονες, αποτελείται από τους:
- Κώστα Παπαζάχο, σεισμολόγο, Καθ. ΑΠΘ, υπεύθυνο για τη σεισμική παρακολούθηση του ηφαιστείου
- Θεόδωρο Λαόπουλο, φυσικό-ηλεκτρονικό, Καθ. ΑΠΘ, υπεύθυνο για την παρακολούθηση των αλλαγών της στάθμης της θάλασσας (αλλαγές τοπογραφικού ανάγλυφου) και των φυσικο-χημικών παραμέτρων των θερμών σημείων.
- Στάθη Στείρο, τοπογράφο μηχανικό, Καθ. Παν/μίου Πατρών, υπεύθυνο για την παρακολούθηση αλλαγών του τοπογραφικού ανάγλυφου μέσω δικτύου GPS.
- Orlando Vaseli, χημικό-ηφαιστειολόγο, Καθ. Παν/μίου Φλωρεντίας, υπεύθυνο για την παρακολούθηση των φυσικο-χημικών παραμέτρων των ρευστών των ατμίδων και των θερμών πηγών του χώρου
Με την ομάδα αυτή συνεργάζεται επίσης ο Δρ. Teshner Manfred, φυσικός, ερευνητής του Κρατικού Γεωλογικού Ινστιτούτου της Γερμανίας (BGR), υπεύθυνος για το σταθμό παρακολούθησης σε πραγματικό χρόνο των φυσικο-χημικών παραμέτρων των ατμίδων του κρατήρα του 1887.
Το Ηφαιστειολογικό Παρατηρητήριο στεγάζεται στο οίκημα του παλαιού Δημοτικού σχολίου του Εμπορειού, χώρος που αποκαταστάθηκε κατάλληλα από το πρόγραμμα για να φιλοξενήσει το Παρατηρητήριο. Το κτήριο βρίσκεται σε εξαίρετη θέση για το ρόλο του, πάνω στο χείλος της καλδέρας και με άμεση οπτική επαφή του χώρου του πυθμένα της καλδέρας και των υδροθερμικών κρατήρων. Παράλληλα έχει οπτική επαφή με τη νησίδα Γυαλί, όπου επίσης θα εγκατασταθούν αντίστοιχα συστήματα παρακολούθησης.
Η κεντρική αίθουσα του Παρατηρητηρίου έχει διαμορφωθεί για να μπορεί να χρησιμοποιείται ως αίθουσα παρουσιάσεων, διαλέξεων ή συναντήσεων εργασίας με χωρητικότητα 50 ατόμων.
Δίκτυα παρακολούθησης
1. Σεισμική παρακολούθηση (φωτογραφίες)
Η μακρόχρονη διεθνής εμπειρία στα ενεργά ηφαίστεια έχει αποδείξει ότι μία από τις πιο αποτελεσματικές μεθόδους παρακολούθησης είναι η σεισμική.
Βασίζεται στην αρχή ότι το μάγμα κατά την άνοδό του προς την επιφάνεια προκαλεί μικροσεισμούς, τους οποίους μπορούν να καταγράφουν με μεγάλη ακρίβεια οι σεισμογράφοι μόνον ενός ειδικά διαμορφωμένου και εγκατεστημένου τοπικού δικτύου. Ο ακριβής εντοπισμός των εστιών των μικροσεισμών και ο προσδιορισμός της πιθανής μετανάστευσής τους καθιστά δυνατό τον εντοπισμό της θέσης που βρίσκεται κάθε χρονική στιγμή το μάγμα στην ανοδική του πορεία, την ταχύτητα ανόδου και την πιθανή θέση εξόδου, ικανό χρονικό διάστημα πριν από την εκδήλωση της ηφαιστειακής δράσης. Αυτό επιτυγχάνεται με τη εγκατάσταση ενός μόνιμου σεισμολογικού δικτύου από ικανό αριθμό σεισμογράφων τοποθετημένων σε επιλεγμένα σημεία της περιοχής.
Το σημερινό σεισμολογικό δίκτυο της Νισύρου αποτελείται από τέσσερις σεισμογράφους τριών συνιστωσών που έχουν εγκατασταθεί στις περιοχές Σταυρός, Νικιά, Σπηλιανή και ΒΑ Γυαλί. Κάθε σεισμογράφος διαθέτει ηλιακό συλλέκτη για τη φόρτιση της μπαταρίας του και προσαρμοσμένο σύστημα τηλεμετρικής μετάδοσης του αναλογικού σήματος στον κεντρικό σταθμό με σχετική κεραία.
Ο κεντρικός σταθμός βρίσκεται στο Παρατηρητήριο, στο Εμπορειό. Στην οροφή του Παρατηρητήριου βρίσκονται οι κεραίες λήψης των αναλογικών σημάτων, μέσω των οποίων μεταφέρονται στο εσωτερικό του και καταγράφονται τα σεισμικά γεγονότα. Τα καταγραφόμενα επεισόδια ελέγχονται και αποκωδικοποιούνται σε καθημερινή βάση από τον τοπικό παρατηρητή, σύμφωνα με τις προδιαγραφές του Εργαστηρίου Γεωφυσικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης.
Οι καταγραφές του σεισμολογικού δικτύου, που αποτελούν το βασικότερο εργαλείο για τη σωστή και σε διαρκή βάση παρακολούθηση του ηφαιστείου της Νισύρου, μεταδίδονται στη συνέχεια δορυφορικά στο Σεισμολογικό Σταθμό του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, όπου υπάρχει συνεχής και σε 24ωρη βάση παρακολούθηση για το σύνολο των σημάτων του Πανελλαδικού σεισμολογικού δικτύου του Α.Π.Θ..
Οι επεξεργασμένες καταγραφές του δικτύου (θέση και μέγεθος καταγραμμένων σεισμικών γεγονότων στο χώρο της Νισύρου) είναι διαθέσιμα μέσω του διαδικτύου, σε αυτό το δικτυακό τόπο (βλέπε Καταφραφές δικτύου Παρακολούθησης) και …..

2. Χημική παρακολούθηση (φωτογραφίες)
Σε περίπτωση ενεργοποίησης του ηφαιστείου, η αέρια και υγρή φάση που περιέχεται στο μάγμα φτάνει ταχύτερα από αυτό στην επιφάνεια, μεταβάλλοντας συχνά δραματικά τη χημική σύσταση των θερμών αερίων (ατμίδων) και πηγών.
Ένα από τα αέρια που παρουσιάζει σοβαρές ποσοτικές διακυμάνσεις σε τέτοιες περιπτώσεις είναι το διοξείδιο του άνθρακα (CO2), ενώ σοβαρός δείκτης είναι και το υδρόθειο (H2S). Στον νεότερο κρατήρα της Νισύρου (Μικρός Πολυβώτης), σε μια επιλεγμένη θέση όπου υπάρχει η πιο έντονη έξοδος αερίων, έχει τοποθετηθεί ειδικός σταθμός με δυνατότητα αυτόματης μέτρησης της φυσικής ροής του CO2 και του H2S.
Παρακολουθείται περιοδικά το ποσοστό του Ραδονίου στα αέρια των εδαφών και στα αέρια και θερμά ρευστά της της Νισύρου, αέριο που ένας καλός δείκτης ενεργών τεκτονικών διαδικασιών.
Για την ολοκληρωμένη χημική παρακολούθηση του ηφαιστείου, πραγματοποιείται επίσης περιοδική δειγματοληψία και πλήρης χημική ανάλυση(κύριων στοιχείων, ιχνοστοιχείων και ισοτόπων) των αερίων των ατμίδων και των θερμών νερών του νησιού.
2α. Συνεχής παρακολούθηση της ροής του CO2 και H2S (φωτογραφίες)
2β. Παρακολούθηση Ραδονίου (φωτογραφίες)
Το ραδόνιο είναι ένα φυσικό ευγενές ραδιενεργό αέριο που παράγεται από την διάσπαση του ουρανίου και θορίου. Τα τρία φυσικά ισότοπα του ραδονίου είναι το 219Rn (άκτινον), το 220Rn (θορόνιο) και το 222Rn (ραδόνιο). Το άκτινο έχει πολύ μικρή ημιπερίοδο ζωής (περίπου 3 δευτερόλεπτα) και έτσι δεν έχει κάποια πρακτική αξία. Το ραδόνιο έχει ημιπερίοδο ζωής 3,82 μέρες, ενώ το θορόνιο 54,7 δευτερόλεπτα. Η μικρή ημιπερίοδος ζωής του, παράλληλα με το ότι πρόκειται για ευγενές αέριο (δεν συμμετέχει σε χημικές αντιδράσεις, όπως συμβαίνει με τα περισσότερα από τα υπόλοιπα φυσικά αέρια) καθιστά το ραδόνιο ένα από τα πλέον ενδεικτικά αέρια και δείκτη ενεργών διεργασιών, όπως η ύπαρξη ενεργών ρηγμάτων και η ενεργοποίηση των ηφαιστείων. Μοναδικό πρόβλημα – όχι ευκαταφρόνητο – είναι η μεγάλη διαλυτότητα του στο νερό (συντελεστής διαλυτότητας: 0,51 σε 0°C, 0,25 σε 25°C) από το οποίο όμως απελευθερώνεται πολύ εύκολα, καθώς ο συντελεστής κατανομής αέρα/νερού είναι πολύ μεγάλος.
Το ραδόνιο είναι το περισσότερο μελετημένο αέριο, αποσκοπώντας στην πρόγνωση των σεισμών. Γεννάται στο πέτρωμα και ένα μέρος του δεσμεύεται στη στέρεα μάζα, ενώ το υπόλοιπο μετακινείται στα ρευστά των πόρων του πετρώματος από όπου μπορεί να διαφύγει μέσω των ενδοεπικοινωνούντων πόρων, ρωγμών και υδροφόρων. Οι τεκτονικές τάσεις που επενεργούν στο πέτρωμα μπορούν να δημιουργήσουν ρήξη της στέρεας μάζας και ρωγμές που κάνουν περισσότερο αποτελεσματική τη διάχυση και διαφυγή του ραδονίου.
Γενικά διακρίνονται δύο φάσεις εκδήλωσης της αύξησης στο ποσοστό του ραδονίου που παρατηρείται κατά τη διάρκεια των σεισμικών γεγονότων. Η πρώτη, πρόδρομη φάση, εκδηλώνεται αρκετούς μήνες πριν και διαρκεί έως και την έναρξη του σεισμικού γεγονότος. Χαρακτηρίζεται από ανώμαλες τιμές έως και δέκα (10) τάξεων μεγέθους μεγαλύτερες των φυσιολογικών για την περιοχή. Οι ανωμαλίες συναντώνται τόσο κατά μήκος ενεργών ρηγμάτων όσο και στο έδαφος και τους υδροφόρους, σε εύρος από την περιοχή του επικέντρου που μπορεί να ξεπερνά τα 100 km σε ακτίνα.
Η δεύτερη φάση χαρακτηρίζεται από την έκλυση ραδονίου κατά μήκος των ενεργοποιημένων σεισμικών ρηγμάτων. Το μέγιστο της ανωμαλίας παρουσιάζει μια υστέρηση λίγων ημερών μετά την εκδήλωση του σεισμικού ρήγματος και μπορεί να είναι μετατοπισμένο λίγες δεκάδες μέτρα από την επιφανειακή εκδήλωσή του.
Κατά τη διάρκεια ηφαιστειακής επαναδραστηριοποίησης, αναμένεται μία αύξηση έκκλησης ραδονίου, τόσο λόγω της θραύσης των πετρωμάτων (σεισμική δράση) όσο και λόγω της αύξησης της ροής του CO2, ως της κυριότερης αέριας φάσης που μεταφέρει το ραδόνιο στην επιφάνεια.
Σε ό,τι αφορά τα δύο ισότοπα, κυρίως χρησιμοποιείται το ραδόνιο (222Rn), καθώς η μεγαλύτερη ημιπερίοδος ζωής του διευκολύνει την καταγραφή του και καθιστά πιο ασφαλή τα αποτελέσματα. Η συμπεριφορά του θορονίου (220Rn) δεν είναι πολύ καλά μελετημένη, θεωρείται όμως αποτελεσματικότερος “ιχνηλάτης” ενεργών διεργασιών καθώς έχει πολύ μικρότερη ημιπερίοδο ζωής.
Οι μετρήσεις ραδονίου που πραγματοποιούνται αφορούν:
- Το ραδόνιο που βρίσκεται διαλελυμένο στο νερό. Για τη μέτρηση αυτή απαιτείται η κυκλοφορία συγκεκριμένου όγκου ατμοσφαιρικού αέρα, σε κλειστό κύκλωμα, σε συγκεκριμένο όγκο δείγματος νερού. Στη συνέχεια μετράται η περιεκτικότητα του ραδονίου στον αέρα αυτό και με σχετική αναγωγή υπολογίζεται το περιεχόμενο εν διαλύσει στο νερό ραδόνιο.
- Το ραδόνιο που βρίσκεται εγκλωβισμένο στο έδαφος. Για τη μέτρηση αυτή το δείγμα του εδαφικού αερίου λαμβάνεται από την απόληξη ενός ανοξείδωτου σωλήνα εσωτερικής διαμέτρου 1 εκατοστού, ο οποίος βυθίζεται στο έδαφος σε βάθος 0,5-0,6 m ώστε να αποφεύγονται οι ημερήσιες και εποχιακές διακυμάνσεις που παρουσιάζουν οι τιμές του ραδονίου λόγω αλλαγής της ατμοσφαιρικής πίεσης, των ρευμάτων του αέρα κτλ.
Οι καταγραφές του ραδονίου παρουσιάζουν διακύμανση σε μακροχρόνια κλίμακα. Η αύξηση του περιεχόμενου σε αέρια εδάφους ραδονίου που έχει καταγραφεί φαίνεται να συνδέεται με περιόδους «ενεργοποίησης» του χώρου από τοπικά σεισμικά γεγονότα που το μέγεθός (MD) τους υπερβαίνει τα 4 Ρίχτερ.
2γ. Παρακολούθηση της σύστασης των θερμών ρευστών (φωτογραφίες)
Περιοδική δειγματοληψία (2 φορές ανά έτος) και αναλύσεις των κύριων στοιχείων, ιχνοστοιχείων και ισοτόπων, πραγματοποιούνται στις κυριότερες θερμές πηγές και τις ατμίδες της Νισύρου (θερμή πηγή στο Αυλάκι και στα Λουτρά, ατμίδες Στέφανου, Μικρού και Μεγάλου Πολυβώτη και ΝΑ Ραμού ).
Παίρνοντας υπόψη όλες τις χημικές, υδρολογικές και υδρογεωλογικές παραμέτρους, τα θερμά νερά της Νισύρου είναι πιθανό να τροφοδοτούνται από α) θαλασσινό νερό που έχει υποστεί περιορισμένη θέρμανση και αναμιγνύεται με υπόγειο νερό ή β) θερμασμένο υπόγειο νερό που αναμιγνύεται με θαλασσινό νερό ή γ) μίξη θερμού θαλασσινού και υπόγειου νερού. Σε όλες τις περιπτώσεις, τα θερμά νερά συνδέονται με σχετικά αβαθείς υδροφόρους ορίζοντες.
Οι ατμίδες της Νισύρου εκλύουν κυρίως μεγάλο ποσοστό θερμασμένου ατμοσφαιρικού αέρα και CO2. Ανιχνεύονται επίσης πολύ χαμηλά και έντονα κυμαινόμενα ποσοστά CH4, H2, CO, γεγονός που αντικατοπτρίζει διαφορετικά ποσοστά μίξης ατμοσφαιρικού αέρα με μία αέρια φάση πλούσια σε CO2.
Καθ΄ όλη την περίοδο παρακολούθησης, δεν καταγράφηκε οποιαδήποτε σημαντική διακύμανση στη χημική σύσταση των θερμών αερίων και νερών, που θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως διεργασία δραστηριοποίησης τροφοδοσίας από βαθύτερα μαγματικά ρευστά.
3. Θερμική παρακολούθηση
Η θερμοκρασία είναι μία από τις φυσικές παραμέτρους που, σε περίπτωση επανεργοποίησης του ηφαιστείου, αυξάνεται χαρακτηριστικά. Η παρακολούθηση των μεταβολών της θερμοκρασίας αποτελεί ως εκ τούτου βασικό και αναγκαίο συστατικό ενός ολοκληρωμένου δικτύου παρακολούθησης. Στη Νίσυρο, η θερμική παρακολούθηση επιτυγχάνεται με συνεχή καταγραφή της θερμοκρασίας των ατμίδων του Στέφανου και του Μικρού Πολυβώτη, καθώς και των θερμών πηγών στο Αυλάκι, Λουτρά και Τάβλα του Γυαλού (Μαντράκι). Περιοδικά (3-4 φορές ανά έτος) μετρούνται οι θερμοκρασίες των θερμών σημείων στο Κατσούνι, τη Θερμιανή των Πάλων, τη σπηλιά του Εμπορειού, τα Πυριά καθώς και άλλες θέσεις.







4. Παρακολούθηση παραμόρφωσης τοπογραφικού ανάγλυφου (φωτογραφίες)
4α. Παρακολούθηση της στάθμης της θάλασσας
Το μάγμα κατά την άνοδο του προκαλεί κατακόρυφες ή/και οριζόντιες μετατοπίσεις των υπερκείμενων πετρωμάτων και περιοχών. Ένα από τα βασικότερα πρόδρομα φαινόμενα ηφαιστειακής επαναδραστηριοποίησης είναι η βύθιση ή ανύψωση των ακτών αρκετό χρονικό διάστημα πριν την εκδήλωση της έκρηξης. Για την ανίχνευση τέτοιων κινήσεων έχει εγκατασταθεί ένα μόνιμο δίκτυο από τέσσερις τηλεμετρικούς σταθμούς αυτόματης μέτρησης και καταγραφής της στάθμης της θάλασσας, άρα και των κινήσεων των ακτών.
Οι σταθμοί σχεδιάστηκαν, κατασκευάστηκαν και εγκαταστάθηκαν από ερευνητές του Α.Π.Θ. Ο κεντρικός σταθμός λήψης και αποθήκευσης των σημάτων βρίσκεται στην έδρα του Ηφαιστειολογικού Παρατηρητηρίου, στο Εμπορειό.
Τα στοιχεία από τις μετρήσεις που γίνονται κάθε μία ώρα στα τέσσερα παραθαλάσσια σημεία επεξεργάζεται και εκτιμά σε καθημερινή βάση ο τοπικός παρατηρητής. Στη συνέχεια λαμβάνονται μέσω modem στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης από την αρμόδια ομάδα επιστημόνων, όπου και γίνεται η τελική επεξεργασία και εκτίμηση.
Το νέο πλήρες δίκτυο παλιρροιογράφων είναι συνεχούς καταγραφής και αποστέλλει τα δεδομένα στο Ηφαιστειολογικό Παρατηρητήριο σε πραγματικό χρόνο. Το σύστημα περιλαμβάνει 5 σταθμούς τοποθετημένους σε επιλεγμένα σημεία του νησιώτικου συμπλέγματος Σαντορίνης, οι οποίοι καταγράφουν συνεχώς τη στάθμη της θάλασσας και άλλες φυσικές παραμέτρους (θερμοκρασία νερού, αγωγιμότητα), αποστέλλουν τα καταγεγραμμένα μεγέθη με ραδιοζεύξη σε Η/Υ του Παρατηρητηρίου, όπου αποθηκεύονται και γίνονται προσβάσιμα στη συνέχεια (μέσω Διαδικτύου) στην επιστημονική ομάδα παρακολούθησης.
Τα μεγέθη που μετρούνται σήμερα στον κάθε ένα από τους σταθμούς αυτούς είναι: μεταβολές της θαλάσσιας στάθμης, θερμοκρασία νερού (σε βάθος 0,5 μέτρων), και θερμοκρασία αέρα. Οι δυνατότητες του συστήματος είναι φυσικά πολύ περισσότερες και περιλαμβάνουν τη μέτρηση μέχρι 7 διαφορετικών αναλογικών μεγεθών και 2 ψηφιακών ενδείξεων ανά σταθμό.
4β. Γεωδαιτική παρακολούθηση
Για την πλήρη παρακολούθηση τυχόν παραμορφώσεων του ανάγλυφου της Νισύρου έχει εγκατασταθεί ένα δίκτυο παρακολούθησης του ανάγλυφου μέσω δορυφορικών μετρήσεων υψίστης ακρίβειας (DGPS) γεωγραφικού μήκους και πλάτους καθώς και του υψομέτρου 21 σταθερών σημείων στη Νίσυρο και το Γυαλί. Σε κατάλληλα σταθερά σημεία που έχουν επιλεγεί έχει τοποθετηθεί ένα ειδικό μπουλόνι. Αυτό αποτελεί το σταθερό σημείο όπου τοποθετείται το όργανο μέτρησης το οποίο λαμβάνοντας σήμα από τους διερχόμενους δορυφόρους, μπορεί να υπολογίσει μετατοπίσεις της τάξης λίγων χιλιοστών.